Στα τέλη του 2014, δόθηκε η δυνατότητα, με υπουργική απόφαση, για την αυτοπαραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές ( προς το παρόν μόνο από φωτοβολταϊκά) για την κάλυψη των ιδίων αναγκών των καταναλωτών (net metering). Δηλαδή, μπορεί ο κάθε καταναλωτής να εγκαταστήσει στο σπίτι του, στην επιχείρηση του, ή και στο χωράφι του ένα φωτοβολταϊκό σύστημα, με το οποίο θα παράγει την ηλεκτρική ενέργεια που έχει ανάγκη για τη δική του κατανάλωση, με αποτέλεσμα να μην πληρώνει στη ΔΕΗ για το ηλεκτρικό ρεύμα που καταναλώνει.
Έτσι, με το Net Metering αλλάζει ριζικά πλέον η φιλοσοφία με την οποία αντιμετωπίζονται τα φωτοβολταϊκά.
Αυτά που γνωρίζαμε έως σήμερα ήταν τα εξής:
Όποιος είχε τη δυνατότητα κατασκεύαζε ένα φωτοβολταϊκό σύστημα, με σκοπό την ενέργεια που παράγει να την πουλάει στη ΔΕΗ. Η τιμή πώλησης καθοριζόταν με σύμβαση που υπέγραφε ο παραγωγός και η ΔΕΗ, χωρίς κανένα σοβαρό εχέγγυο ότι αυτή δεν θα αλλάξει και θα παραμείνει οικονομικά συμφέρουσα για τον παραγωγό. Έτσι, πολλοί ήταν αυτοί που παρασύρθηκαν, επένδυσαν τα χρήματα τους και πλέον για κάποιους είναι αβέβαιο πότε θα αποσβέσουν την επένδυσή τους. Το ότι η κατάληξη θα ήταν αυτή ήταν παραπάνω από βέβαιο. Οι λόγοι είναι πολλοί και η ανάλυση τους ξεφεύγει από τους σκοπούς αυτού του άρθρου. Εδώ απλώς μπορούμε να πούμε ότι δεν έχει λογική κάποιος να πουλάει ενέργεια στη ΔΕΗ με 50 λεπτά την κιλοβατώρα και να την αγοράζει από τη ΔΕΗ με 15 λεπτά. Αυτή η κατάσταση δεν ήταν δυνατό να συνεχίζεται εσαεί.
Τι ισχύει σήμερα; Πώς «δουλεύει» το Net Metering;
Πλέον, με το Net Metering, δεν κατασκευάζουμε φωτοβολταϊκό σύστημα, για να πουλάμε ηλεκτρική ενέργεια στην ΔΕΗ, το κατασκευάζουμε, για να παράγουμε μόνοι μας την ενέργεια που καταναλώνουμε, με σκοπό να μην την αγοράζουμε από τη ΔΕΗ. Επειδή όμως τα φωτοβολταϊκά παράγουν ηλεκτρική ενέργεια μόνο όταν έχει ηλιοφάνεια κι εμείς τη χρειαζόμαστε όλο το 24ωρο, είναι απαραίτητο κάπου να την αποθηκεύσουμε, ώστε να διασφαλίζεται η συνεχής και αδιάλειπτη απορρόφησή της. Αυτό μπορεί να γίνει με μπαταρίες, αλλά το σημερινό κόστος είναι σχεδόν απαγορευτικό.
Αυτό ακριβώς το πρόβλημα έρχεται να λύσει το Net Metering, δίνοντας τη δυνατότητα στους «αυτοπαραγωγούς» να χρησιμοποιούν το δίκτυο σαν «μπαταρία». Δηλαδή, όταν παράγουμε περισσότερη ενέργεια από αυτή που χρειαζόμαστε, την περίσσεια την «δίνουμε» στο δίκτυο και, όταν χρειαζόμαστε ενέργεια, αλλά δεν έχει ήλιο για να παραχθεί, τότε, την απορροφούμε από το δίκτυο. Στο τέλος κάθε χρόνου γίνεται η «εκκαθάριση». Πληρώνουμε για το ρεύμα στην ΔΕΗ μόνο, αν αυτό που παρήγαμε είναι λιγότερο από αυτό που καταναλώσαμε.
Σε περίπτωση που παράγουμε μεγαλύτερη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας απ’ αυτή που καταναλώνουμε η ΔΕΗ δεν μας καλύπτει τη διαφορά. Γίνεται προφανές ότι πλέον απαιτείται αναλυτική μελέτη για τη σωστή διαστασιολόγησή του φωτοβολταϊκού συστήματος ώστε, αφενός να παράγουμε την ποσότητα της ηλεκτρικής ενέργειας που χρειαζόμαστε και αφετέρου να μειώσουμε, όσο είναι δυνατόν, το κόστος εγκατάστασης αποφεύγοντας την άσκοπη υπερδιαστασιολόγησή του.
Ένα στοιχείο επίσης που έχει αξία να τονιστεί είναι: Ως σήμερα ο «συμψηφισμός» με τη ΔΕΗ γινόταν σε χρηματική αξία με βάση την Κιλοβατώρα, με τιμή που καθοριζόταν στη σύμβαση. Με το Net Metering ο συμψηφισμός γίνεται σε ποσότητα ενέργειας (τι παράγω - τι καταναλώνω). Αυτό σημαίνει ότι για τον αυτοπαραγωγό μελλοντικά δεν θα υπάρχει καμία αρνητική επίδραση από κάποια αλλαγή στην τιμή της κιλοβατώρας. Αντιθέτως, μια ενδεχόμενη αύξηση (εκτιμάται ότι θα είναι της τάξης του 2% κάθε χρόνο) θα έχει «θετικό» αντίκτυπο, αφού θα μικρύνει την περίοδο απόσβεσης της αρχικής του επένδυσης. (Αν ο αυτοπαραγωγός αγόραζε την ενέργεια που καταναλώνει, θα την αγόραζε 2% ακριβότερα κάθε χρόνο).
Συμπερασματικά: τα φωτοβολταϊκά πλέον αξιοποιούνται, για να εξοικονομήσουμε χρήματα αφού μπορούμε να παράγουμε μόνοι μας την ενέργεια που καταναλώνουμε.
Το κόστος και η περίοδος απόσβεσης δεν είναι σταθερά, αλλά εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες. Μεταξύ αυτών μπορούμε να ξεχωρίσουμε τέσσερις. Πρώτον, το απαιτούμενο μέγεθος του συστήματος, δεύτερον, την σωστή μελέτη, διαστασιολόγηση και εγκατάστασή του, τρίτον, το ποσό της μελλοντικής αύξησης της τιμής της κιλοβατώρας και τέταρτον, την τοποθεσία της εγκατάστασης.
Τέλος, με μοναδικό στόχο να δώσω μια τάξη μεγέθους και σε καμία περίπτωση να αντικαταστήσω οποιαδήποτε τεχνικοοικονομική μελέτη θα αναφέρω ορισμένα γενικά παραδείγματα κόστους και περιόδου αποπληρωμής.
Είδος χώρου, στον οποίο εγκαθίσταται το φωτοβολταϊκό | Μέγεθος (KWp) | Συνολικό κόστος (χιλ. €) | Ετήσια Εξοικονόμηση (€) | Περίοδος αποπληρωμής (έτη) |
Κατοικία | 3-4 | 6-8 | 800-1000 | 6,5-9 |
Κατοικία με Αντλία Θερμότητας | 6,5-8 | 11-15 | 2000-2500 | 5,5-7 |
Μικρή επιχείρηση * | 7,5 | 13 | 2000 | 7 |
Αγροτοκτηνοτροφικός τομέας ** | 20 | 22 | 3500 | 6,5 |
** Επίσης και στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να καθοριστεί ένα αντίστοιχο εύρος τιμών κατ’ απόλυτο τρόπο, καθώς αυτό εξαρτάται άμεσα από το μέγεθος του χωραφιού, το είδος της καλλιέργειας και φυσικά από τον τρόπο που γίνεται το πότισμα. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τις κτηνοτροφικές μονάδες.
Για πιο αναλυτικά παραδείγματα και πληροφορίες ο αναγνώστης μπορεί να ανατρέξει στον παρακάτω σύνδεσμο: http://www.exoikonomhsh.gr/index.php/net-metering
* Ο Κώστας Καπνιάς είναι διπλωματούχος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός και Μηχανικός Η/Υ του ΑΠΘ, ενεργειακός επιθεωρητής και KNX Partner (πιστοποιημένος στον κτηριακό αυτοματισμό και στα “έξυπνα” κτήρια).
Οι δημοσιεύσεις αποτελούν δημιούργημα αυτού που τα γράφει και το OlymposPress.gr διατηρεί το δικαίωμα διαγραφής τους χωρίς προειδοποίηση αν αναφερθεί ότι προσβάλλουν ή είναι αντίθετα στον νόμο.